Ομιλία του Θ. Καράογλου στην εκδήλωση «Δύο χρόνια μετά το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης - Οι προοπτικές για τις ΜΜΕ της Θεσσαλονίκης» του ΒΕΘ στο πλαίσιο του Money Show 2010

Ομιλία του Θ. Καράογλου στην εκδήλωση «Δύο χρόνια μετά το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης - Οι προοπτικές για τις ΜΜΕ της Θεσσαλονίκης» του ΒΕΘ στο πλαίσιο του Money Show 2010

Ο Θεόδωρος Καράογλου, Βουλευτής Β'  Περ. Θεσσαλονίκης, Αναπληρωτής Τομέα Πολιτικής Ευθύνης της Οικονομίας της Νέας Δημοκρατίας χαιρέτισε την εκδήλωση με θέμα «Δύο χρόνια μετά το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης - Οι προοπτικές για τις ΜΜΕ της Θεσσαλονίκης», που διοργάνωσε το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης στο πλαίσιο του Money Show 2010 την Κυριακή 28 Νοεμβρίου 2010 στο ξενοδοχείο Hyatt Regency στη Θεσσαλονίκη.

 

Στο πάνελ των ομιλητών συμμετείχαν ο κος Σωτήρης Μαγόπουλος, Πρόεδρος του Β.Ε.Θ., ο κος Δημήτρης Βασιλειάδης, Γενικός Διευθυντής της Εταιρείας Δημοσκοπήσεων Interview, ο κος Θεόδωρος Καράογλου, Αναπληρωτής Τομέα Πολιτικής Ευθύνης της Οικονομίας της ΝΔ, ο κος Δημήτρης Σκιαδάς, Επίκουρος Καθηγητής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, ενώ τη συζήτηση συντόνισε ο κος Ιωάννης Χατζηδημητρίου, Πρύτανης του Πανεπιστημίου Μακεδονίας.

ImageImageImage

Ο κος Καράογλου κατά τη διάρκεια της εισήγησής του με θέμα «Οικονομική κρίση - προοπτικές για τις ΜΜΕ» επικεντρώθηκε στην κατάσταση στην οποία έχει επέλθει η οικονομία της χώρας και τις επιπτώσεις που έχει στον κλάδο των ΜΜΕ.

Στην ομιλία του ο κ. Καράογλου ανέφερε χαρακτηριστικά:

«Η περίοδος που διανύουμε, είναι ίσως η πιο κρίσιμη περίοδος μετά τη μεταπολίτευση και χαρακτηρίζεται από έντονες ανακατατάξεις σε κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο. Η οικονομική κρίση που ξέσπασε πριν από δυο περίπου χρόνια, έθεσε σε νέες βάσεις τον κοινωνικό ιστό της χώρας μας και αναμόρφωσε πολλούς επαγγελματικούς κλάδους της αγοράς. Επιχειρήσεις και νοικοκυριά με δυσκολία να επιβιώνουν μέσα στον κυκεώνα των νέων μέτρων που ετοιμάζεται να λάβει η Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, αγνοώντας, ότι εδώ και 14 μήνες έχει οδηγήσει τη χώρα, την οικονομία, την ανταγωνιστικότητα σε αδιέξοδο.

Έχουν περάσει μόλις 14 μήνες διακυβέρνησης της χώρας από το ΠΑΣΟΚ και οι υποσχέσεις που έδινε το κυβερνών κόμμα εξανεμίστηκαν και οδήγησαν τη χώρα, τους πολίτες, τον ελληνικό λαό στο χείλος του γκρεμού. Η υποσχεσιολογία του ΠΑΣΟΚ κατέρρευσε και συμπαρέσυρε μαζί της τα όνειρα και τον προγραμματισμό των Ελλήνων πολιτών. Η ασυνέπεια και η ανευθυνότητα της Κυβέρνησης κυριάρχησε, φανερώνοντας το σκληρό και ανάλγητο πρόσωπο του ΠΑΣΟΚ. Το ΠΑΣΟΚ, προβάλλοντας το «σοσιαλιστικό» ιδεώδες που δήθεν υπηρετούσε, υφάρπαξε πριν από 1 χρόνο την ψήφο του ελληνικού λαού, έτσι ώστε να κάνει πράξη όχι όλα όσα διακήρυττε περί βιώσιμης ανάπτυξης, αύξησης των εισοδημάτων και βελτίωσης της ποιότητας ζωής, αλλά, για να υλοποιήσει αυτά που επιμελώς έκρυβε και αυτά που πραγματικά πίστευε, δηλαδή τη λήψη των πιο δυσβάσταχτων αντιλαϊκών μέτρων, τη μείωση μισθών και συντάξεων, την ανάπτυξη του πελατειακού κράτους και την υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου των Ελλήνων πολιτών.

Δυστυχώς, η κατάσταση και η λήψη των πιο επώδυνων μέτρων πλήττει όχι μόνο τα ελληνικά νοικοκυριά, αλλά και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες επιτρέψτε μου να πω και πιστεύω ότι συμφωνείτε απόλυτα με την τοποθέτησή μου, αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της οικονομίας μας. Αποτελούν ατμομηχανή ανάπτυξης, ανταγωνιστικότητας και εξωστρέφειας. Αντί, λοιπόν, η Κυβέρνηση να προβεί στη λήψη όλων εκείνων των μέτρων που ευνοούν τη διαμόρφωση ενός υγιούς επιχειρηματικού περιβάλλοντος, αντί να δώσει κίνητρα στις επιχειρήσεις, αντί να δημιουργήσει τις βάσεις για την προσέλκυση επενδύσεων, δυστυχώς με την πολιτική της βάζει συνεχώς εμπόδια στην ανάπτυξη και στην πορεία των επιχειρήσεων αυτών.

Αφουγκράζομαι τις ανησυχίες σας, κατανοώ τους προβληματισμούς σας, αντιλαμβάνομαι τους φόβους σας. Η ακολουθούμενη πολιτική πλήττει εσάς τους ίδιους, πλήττει τις επιχειρήσεις σας, πλήττει την επιχειρηματικότητα στην πόλη μας. Τα στοιχεία της έρευνας που διεξήγαγε το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο, δεν αφήνουν περιθώρια αισιοδοξίας, αντιθέτως φοβίζουν και τρομοκρατούν τις επιχειρήσεις. Λόγου χάρη, είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό το γεγονός, ότι μόλις το 3% των επιχειρήσεων εκτιμά ότι θα αυξηθεί ο τζίρος τους τον μήνα αυτό, ενώ το 81% αυτών βλέπουν μείωση του τζίρου τους, τη στιγμή που το προηγούμενο έτος τα μεγέθη ήταν εντελώς διαφορετικά.

Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις πρέπει να αντιμετωπιστούν από την Κυβέρνηση με υπευθυνότητα και τολμηρό σχέδιο. Δεν είναι δυνατόν το 81,4% των επιχειρήσεων να δηλώνουν απαισιόδοξοι για το μέλλον της επιχείρησής τους, όταν τον Νοέμβριο του περασμένου έτους το ποσοστό αυτό κυμαινόταν στο 63%. Η χώρα εδώ και 1 χρόνο στερείται αναπτυξιακού νόμου, με αποτέλεσμα να παρατηρείται επιβράδυνση και τρομακτικές καθυστερήσεις στην υλοποίηση των επενδύσεων. Για παράδειγμα, ενώ το Εθνικό Στρατηγικό Πλαίσιο Αναφοράς (ΕΣΠΑ), θα έπρεπε να τρέχει με γοργούς ρυθμούς, αντιθέτως έχει τελματώσει και το ποσοστό απορρόφησης είναι μόλις 8%, κατατάσσοντας τη χώρα μας στην 23η από τις 27 χώρες. Ενώ, το 2009 η  χώρα μας ήταν 5η στη σειρά απορροφητικότητας χώρας της Ε.Ε.

Η αγορά δεν αναπτύσσεται και η ανάπτυξη δεν επιτυγχάνεται με την αύξηση των φόρων και του ΦΠΑ, ούτε και με τη μείωση των εισοδημάτων. Όσο αυξάνεται η φορολογία τόσο μειώνεται η αγοραστική δύναμη των καταναλωτών, με αποτέλεσμα να βαθαίνει η ύφεση, να μεγαλώνει η φοροδιαφυγή και το λαθρεμπόριο. «Οι φόροι σκοτώνουν τα έσοδα» Ξενοφών Ζολώτας.

Όλα αυτά οδηγούν σε λουκέτο τις βιοτεχνικές επιχειρήσεις και εγκλωβίζουν περισσότερο την ελληνική οικονομία. Η λήψη μέτρων εισπρακτικού και μόνο χαρακτήρα, οδηγεί την αγορά σε ασφυξία, μειώνει τη ρευστότητά της και οδηγεί σε αδιέξοδο τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Ακόμη και η πρωτοβουλία της Νέας Δημοκρατίας, σχετικά με το ΤΕΜΠΜΕ, δεν συνεχίστηκε, όπως έπρεπε από την Κυβέρνηση, με αποτέλεσμα να εμφανιστούν φαινόμενα κακοδιαχείρισης στο Ταμείο, ελλιπής εξυπηρέτηση των επιχειρήσεων και εν τέλει να μετατραπεί το χρηματοδοτικό αυτό εργαλείο σε μια, άνευ ουσίας και πραγματικής εξυπηρέτησης των επιχειρηματιών, δομή. Είναι χαρακτηριστικό και συνάμα ανησυχητικό, το γεγονός ότι το 80% των επιχειρήσεων της πόλης μας δεν απευθύνθηκαν στο ΤΕΜΠΜΕ για δανειοδότηση. Μάλιστα το 24% των επιχειρήσεων, κατέφυγε στο Ταμείο μόνο για την κάλυψη των φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων, ενώ το 76% αυτών για την κάλυψη δαπανών αγοράς πρώτων υλών, εμπορευμάτων και υπηρεσιών. Η εξέλιξη, λοιπόν, των προγραμμάτων εγγυοδοσίας δανεισμού των μικρομεσαίων επιχειρήσεων με την εγγύηση του ΤΕΜΠΜΕ παρουσιάζει σειρά προβλημάτων, με την Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ να παρακολουθεί ως απλός θεατής τις εξελίξεις, χωρίς να θέτει ένα ισχυρό πλαίσιο και να λαμβάνει μέριμνα για την ορθή λειτουργία του που θα υποβοηθούσε τις επιχειρήσεις.

Ενδεικτικά μάλιστα, να σας αναφέρω, ότι μετά από σχετική ερώτησή μου προς την τότε αρμόδια Υπουργό κα Κατσέλη, σχετικά με την πορεία των προγραμμάτων του ΤΕΜΠΜΕ και τον αριθμό των επιχειρήσεων που δανειοδοτήθηκαν από αυτό, τα στοιχεία είναι χαρακτηριστικά. Συγκεκριμένα, για το διάστημα από 1/1/2009 έως και 4/10/2009 οι επιχειρήσεις που χρηματοδοτήθηκαν από το ΤΕΜΠΜΕ ήταν 50.111 και τα εγγυημένα, από το Ταμείο, δάνεια ανέρχονται σε 3,86 δισ. ευρώ. Ενώ, για την περίοδο από 5/10/2009 έως και 15/7/2010 οι επιχειρήσεις ανέρχονται σε 6.966 και τα εγγυημένα δάνεια σε 0,34 δισ. ευρώ. Όλοι αντιλαμβάνεστε, λοιπόν, αυτά τα μεγέθη, διαπιστώνοντας με ακριβή στοιχεία την απαξίωση του χρηματοδοτικού αυτού εργαλείου από την τωρινή Κυβέρνηση.

Με αυτή την κατάσταση, αναπόφευκτα οι δείκτες της ανεργίας συνεχώς αυξάνονται και ενώ πριν ένα χρόνο η ανεργία κυμαινόταν στο 6,9%, σήμερα αγγίζει το 12%. Τα μεγέθη αυτά είναι ορατά και στις επιχειρήσεις σας, καθώς μόνο το 4,7% των επιχειρήσεων είναι σε θέση να προχωρήσει σε πρόσληψη προσωπικού, ενώ το 67,3% διατηρεί το υπάρχον προσωπικό. Ακόμη και η εμπιστοσύνη των επιχειρηματιών έναντι των τραπεζών έχει χαθεί και αυτό είναι εμφανές από το γεγονός, ότι μόλις το 20% των επιχειρήσεων απευθύνθηκαν το τελευταίο διάστημα σε κάποια τράπεζα, προκειμένου να δανειοδοτηθούν. 

Η επιχειρηματικότητα αποτελεί τη βάση ενός έθνους, τόσο στην οικονομία, όσο και στη γενικότερη πρόοδο της χώρας. Χωρίς επιχειρηματικότητα, χωρίς επενδύσεις, χωρίς καινοτομία, ούτε η οικονομία μας μπορεί να αναπτυχθεί, ούτε η κοινωνία μπορεί να εξελιχθεί. Η προσφορά των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στην πορεία ανόρθωσης της Ελληνικής οικονομίας και στην ανάπτυξη του τόπου είναι σημαντική. Δυστυχώς, όμως αυτό δεν το έχει αντιληφθεί η Κυβέρνηση, η πολιτική της οποίας ούτε στηρίζει, ούτε βοηθά την περαιτέρω ανάπτυξη και την πορεία των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Έξοδος από την οικονομική κρίση, σημαίνει έξοδος των παραγωγικών μονάδων και των επιχειρήσεων από την ύφεση. Αντί, λοιπόν, η Κυβέρνηση του Μνημονίου να λάβει όλα εκείνα τα τολμηρά και γενναία μέτρα για την τόνωση της ανταγωνιστικότητας, προχωρά σε νέα δυσβάσταχτα μέτρα, που εξαντλούν τις επιχειρήσεις.

Πρέπει άμεσα να επιταχυνθεί η υλοποίηση του ΕΣΠΑ και να επεκταθεί το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων. Ακόμα και η βελτίωση του θεσμού των ΣΔΙΤ θα επιφέρει την επένδυση ιδιωτικών κεφαλαίων. Στο σκέλος των επιχειρήσεων η σύντμηση της διαδικασίας αδειοδότησης και η μείωση των φορολογικών συντελεστών για τις νέες επιχειρήσεις θα τονώσει την ανάπτυξη. Δεν είναι δυνατόν να επαγγέλλεσαι ανάπτυξη και την ίδια ώρα να παγώνεις και να παρατείνεις την επιστροφή του ΦΠΑ στις επιχειρήσεις. Αυτό αποτελεί καίριο πλήγμα για μια επιχείρηση, για τον προγραμματισμό και τη βιωσιμότητά της. Με την έκτακτη εισφορά στα κέρδη, με την επαναφορά των τεκμηρίων, με τη διακοπή της ρευστότητας δεν στηρίζεις τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Τις οδηγείς σε απόγνωση.

Ακόμη και με το μέτρο της περαίωσης, για το οποίο πολύς λόγος έγινε το τελευταίο διάστημα, μεγάλο ποσοστό των επιχειρήσεων το θεωρεί άδικο και εμείς, η Νέα Δημοκρατία, και εγώ από τη θέση του Αναπληρωτή Υπεύθυνου του Τομέα Οικονομίας του κόμματος τεκμηριώσαμε τους λόγους, για τους οποίους θεωρούμε, ότι  οι ρυθμίσεις της περαίωσης αφενός αδικούν ορισμένους, αφετέρου ευνοούν με σκανδαλώδη τρόπο άλλους.

Εμείς, η Νέα Δημοκρατία και ο Πρόεδρός μας, ο Αντώνης Σαμαράς ξεκάθαρα, υπεύθυνα, τολμηρά και ρεαλιστικά περιγράψαμε τον τρόπο, με τον οποίο θα εξέλθει η χώρα μας από την κρίση. Προτείναμε ένα διαφορετικό μείγμα πολιτικής, ένα νέο οικονομικό μοντέλο ανάπτυξης με επενδύσεις στην έρευνα, στο εμπόριο, στη μεταποίηση, στην τουριστική βιομηχανία, με προσέλκυση ξένων επενδύσεων και στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Υπάρχει εναλλακτική λύση, υπάρχει σχέδιο σοβαρό και υλοποιήσιμο, το οποίο εάν ακολουθήσει η Κυβέρνηση, τα αποτελέσματα θα είναι ορατά για όλους.

Οι προκλήσεις και οι νέες συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί δεν πρέπει να μας αφήνουν αμέτοχους και αδρανείς. Ήδη η αδράνεια και η αναλγησία της Κυβέρνησης κόστισε πολύ σε όλους. Οφείλουμε να λάβουμε όλα εκείνα τα μέτρα και να ακολουθήσουμε εκείνον τον δρόμο που και από την κρίση θα μας βγάλει και θα δημιουργήσει συνθήκες ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητας στο επιχειρηματικό περιβάλλον. Με μέτρα τύπου Μνημονίου, με αποσπασματικές κινήσεις και με βαρύγδουπες εξαγγελίες, ούτε ανάπτυξη επιτυγχάνουμε, ούτε από την οικονομική κρίση εξερχόμαστε. Αντιθέτως, δημιουργούμε όλες εκείνες τις προϋποθέσεις για την λήψη νέων πιο σκληρών και επώδυνων μέτρων από την Κυβέρνηση, μειώνοντας την αγοραστική δύναμη, αυξάνοντας την ανεργία και πλήττοντας τον επιχειρηματικό κόσμο.

Χωρίς ουσιαστικές πρωτοβουλίες, χωρίς την παροχή κινήτρων, χωρίς την κατάθεση μιας αξιόπιστης πρότασης, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις θα οδηγηθούν σε μαρασμό. Άλλωστε αρκετές ήταν οι επιχειρήσεις που οδηγήθηκαν σε κλείσιμο. Συγκεκριμένα, οι βιοτεχνίες κατασκευής ενδυμάτων οδηγήθηκαν σε παραγωγή της τάξης του 20%, ενώ οι εξαγωγές σημείωσαν μείωση κατά 19%. Και να μην αναφέρω και άλλες επιχειρήσεις, όπως τις βιοτεχνίες υποδημάτων και δερμάτινων ειδών, που αποτελούσαν δυο από τους πιο δυναμικούς κλάδους της Ελληνικής παραγωγής και οικονομίας.

Οφείλουμε με ένα μελετημένο σχέδιο και με ένα καταρτισμένο πρόγραμμα να ενισχύσουμε τις επιχειρήσεις. Δεν αντέχει άλλο πλήγμα ο βιοτεχνικός κόσμος και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Δεν αντέχουν νέα μέτρα, δεν αντέχουν άλλη φορολογία, δεν αντέχουν το παρεμπόριο, δεν αντέχουν την έλλειψη ουσιαστικής και αξιόπιστης πολιτικής. Οι επιχειρήσεις αυτές το τονίζω και πάλι, αποτελούν την ραχοκοκαλιά της οικονομίας μας. Η ανυπαρξία, όμως ενός στρατηγικού σχεδιασμού που θα τις ωθήσει προς νέες κατευθύνσεις με απώτερο στόχο την ανάπτυξη και την βιωσιμότητά τους, βλάπτει ακόμη περισσότερο τις ίδιες και τις οδηγεί σε ατέρμονα προβλήματα.

Ο στυλοβάτης της Εθνικής μας οικονομίας, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, θα καρκινοβατεί και θα οδηγείται σε οπισθοχώρηση, όσο δεν τον τονώνουμε και δεν λαμβάνουμε όλα εκείνα τα μέτρα που θα τον ενθαρρύνουν στην πορεία του. Με εξαγγελίες προεκλογικής φύσεως, όμως και με διακηρύξεις που μένουν στο κενό δεν καταφέρνουμε τίποτα παρά την υποβάθμισή τους. Οι τομές και οι ρήξεις, στις οποίες θα έπρεπε ήδη να προχωρήσει η Κυβέρνηση, δεν μπορούν άλλο να περιμένουν. Το χάσιμο χρόνου είναι επιζήμιο για κάθε μια από τις επιχειρήσεις και αποδεδειγμένα τις οδηγεί σε μαρασμό. Η ατολμία, η έλλειψη ενός πλήρους και ουσιαστικού σχεδίου και η απουσία πραγματικής πολιτικής εκ μέρους της Κυβέρνησης επιβαρύνει όλο και περισσότερο τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Εμείς θέλουμε τις επιχειρήσεις αρωγό και σύμμαχο στην προσπάθεια της χώρας να εξέλθει από την κρίση και να επέλθει η ανάταξη της εθνικής μας οικονομίας. Δεν τις θέλουμε αμέτοχες και πίσω από τις εξελίξεις. Δεν τις θέλουμε ανενεργές και αδρανείς. Τις θέλουμε ζωντανές, ενεργές, και ενισχυμένες. Μόνο έτσι θα απεγκλωβιστούν και θα εξελιχθούν. Αυτά όμως προϋποθέτουν την παροχή κινήτρων, τη στήριξή τους μέσω των χρηματοδοτικών εργαλείων και των πιστωτικών ιδρυμάτων, την ενεργοποίηση προγραμμάτων και την προσέλκυση επενδυτικών σχεδίων. Σχεδίων στους τομείς που στηρίζουν την οικονομία μας, στη μεταποίηση, στον τουρισμό, στο εμπόριο.

Η τόνωση της εγχώριας παραγωγής, η προστασία και ενίσχυση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων της πόλης μας και η στήριξη των επιχειρηματικών εγχώριων μονάδων πρέπει να είναι έμπρακτες στον βαθμό που θα εξέλθουν οι επιχειρήσεις αυτές από την κρίση. Αυτός θα πρέπει να είναι ο βασικός πυλώνας και σε αυτή την κατεύθυνση θα πρέπει να εργαστούμε, έτσι ώστε οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις της πόλης μας να αποκτήσουν προοπτικές εξέλιξης και ανάπτυξης

Σας ευχαριστώ πολύ».